Плотин. - Третья эннеада. - 2004
.pdf330Плотин. Эннеады. Трактат III. 6
30.Это аристотелевская доктрина; см.: О возникно вении и уничтожении, А. 7 323Ьб ff.
31.См.: Аристотель. О возникновении и уничтоже нии, А. 7 323Ь25-26.
32.Фраза взята из Филеба, бЗЬб-7, но использует ся Плотином в совершенно ином контексте.
33.См.: Платон. Тимей, 50Ь7-8.
34.Там же, 50с4-5. См. гл. 7, прим. 29.
35.Здесь Плотин подвергает рассмотрению не ка кую-то отдельную часть рассуждения о «третьем роде» в Тимее (47е-53с), но, скорее, все рассуждение в целом.
36.Democritus. Fr. B9 DK.
37.Платон. Тимей, 52d5-6.
38.Медь и статуя — пример, часто приводимый Аристотелем в рассуждениях о материи и форме. См., например: Физика, В. 3, 194b2 ff. Плотин на этом же примере демонстрирует абсурдность попыток мыслить взаимоотношения материи и формы в категориях телес ности: как если бы одно тело проникало в другое и воз действовало на него.
39.Здесь и в следующей главе Плотин, конечно же, спорит с платониками, ссылающимися на Тимей в под тверждение своих воззрений на материю как субъект претерпевания, а не со стоиками, считающими материю телом (см. прим. 21).
40.См.: Платон. Тимей, 49е2.
41.Там же, 49а5-6.
42.Там же, 49е7-8; однако следующее слово у Пла тона — άπόλλυται, а не έξεισι.
О бесстрастии бестелесных |
331 |
43.Там же, 52а8-Ы.
44.Там же, 52Ь4-5.
45.Интерпретация Бедности в платоновском мифе
орождении Эроса (Пир, 203b ff.) как материи была из вестна и до Плотина (см. прим. 13 к Епп. III. 5 [50]). Плотин же пользуется ею по-разному, в зависимости от ситуации. Так, разбирая подробно этот миф в Епп. III. 5. 6-9, он трактует Бедность как умопостигаемую материю. Здесь и в Епп. I. 8 [51]. 14. 35 (где имеет мес то словесная аллюзия: προσαιτει — попрошайничает) — это материя чувственного мира. Объяснение же имени Πόρος как «призрачный, иллюзорный» — встречается только здесь.
46.Это замечательный пример того, как Плотин го ворит об истинно сущем, используя аналогии из мате риального мира и как бы «дематериализуя» их; этот же метод использован в Епп. VI. 4 [22]. 7 для описания ду ховного вездесущия.
47.О происхождения времени см.: Епп. III. 7 [45]. 11. 20. Эти две главы прекрасно демонстрируют динамику в трактовке эйдоса Плотином. Даже такой абстрактный эйдос, как эйдос величины, для него есть нечто реально живущее и действующее.
48.О различии между душой, которая содержит в себе все эйдосы непространственно и, таким образом, неразделенными, и материей, которая должна с необхо димостью принимать их как пространственные и разде ленные, см.: Епп. II. 4 [12]. 11. 15 ff.
49.См.: Платон. Тимей, 52Ь4.
332Плотин. Эннеады. Трактат III. 6
50.Для Плотина космос, несомненно, есть живое су щество, так что это не просто аналогия.
51.См.: Платон. Тимей, 50d3 и 51а4-5. Плотин вынужден принять наименование «мать», следуя авто ритету Платона, но принимает его с трудом — как проти воречащее его собственному убеждению в том, что ма терия существенно бесплодна .
52.Это общераспространенный взгляд в древней Гре ции V в. до н. э. Его, в частности, придерживался Ана ксагор.
53.Аллегорическое истолкование Гермеса изначаль но принадлежало стоикам, хотя Плотин, как всегда, ин терпретирует его в русле собственной философской си
стемы. См.: Cornutus. Theologiae Graecae Compendium.
P. 23, 16-22 Lang. Предложенное Плотином истолкова ние скопцов, окружающих Великую Матерь, похоже, не имеет аналогов и едва ли не в большей степени отвечает Плотиновой мысли о бесплодии материи, чем его соб ственные размышления (другие интерпретации этого образа см.: Лукреций. О природе вещей, II. 614-617; блаж. Августин. О граде Божьем. Кн. VII, гл. 24-25).
E C J E C J E C J Е Е ] Е Ш Ш Ш Б С ] E C J Е Й Е Е Э Е Г Э
ГДΕη ГДci ГДci ГД ci ГД ci ГД ci ГД ci ГДci ГД ci ГД С] ГД пг\
ΕΊ3 LacJ ЕГЭ ΞΊ3 ЕТЭΕΊ3 ΕΊ3 ΕΈ3 La cJ la cJ ЕТЗ
ГД Cl ГД С] ГД С] ГД С] ГД ci [Д ci ГД ci ГД С] ГД CI ГД ci ГД ci
ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΑΠΑΘΕΙΑΣ ΤΩΝ ΑΣΩΜΑΤΩΝ
1. Ύάς αισθήσεις ου πά$*η λέγοντες είναι, ενεργείας δε περί παθήματα και κρίσεις, των μεν παθών περί άλλο γινομένων, οίον το σώμα φέρε το τοιόνδε, της δε κρίσεως περί την φυχρην, ου τής κρίσεως πόθους ούσης έδει γαρ αυ αΚλην κρίσιν γίνεσθαι και επαναβαίνειν αεί εις άπειρον είχομεν ουδέν ήττον και ενταύθα άπορίαν, ει ή κρίσις
ήκρίσις ουδέν έχει του κρινόμενου. Ή , ει τύπον εχοι, πέπονθεν. ΎΗν δ" όμως λέγειν και περί των καλουμένων τυπώσεων, ώς ο τρόπος όλως έτερος ή ώς ύπείληπται, οποίος και έπι τών νοήσεων ενεργειών και τούτων ούσών γινώσκειν άνευ του παθεΐν τι δυναμένων και όλως ο λόγος ήμΐν και το βούλημα μ/η ύποβαλεΐν τροπαΐς και αλλοιώσεσι την φυχην τοιαύταις, οποΐαι ai θερμάνσεις και φύξεις σωμάτων. Kai το παθητικον δε λζγόμ&νον αυτής έδει ίδεΐν και έπισκέφασθαι, πότερα και τούτο ατρεπτον δώσομεν,
ήτούτω μόνω το πάσχειν συγχωρησομεν. 'Αλλα τούτο μεν ύστερον, περί δε τών προτέρων τάς απορίας έπισκεπτέον. ΥΙώς γαρ ατρεπτον και το προ του ποιητικού και το προ αίσθήσεως και όλως φυχης ότιουν κακίας περί αυτήν έγγινομένης και δοζών φευδών και άνοιας;
334 Плотин. Эннеады. Трактат III. 6
Οίκειώσεις δε και αλλοτριώσεις ηδομενης και λυπούμενης, όργιζομενης, φ$ονούσης, ζηλούσης, επιθυμούσης, όλως ούδαψ/η ησυχίαν αγούσης, αλλ* εφ* εκαστω των προσπιπτόντων κινούμενης και μεταβαλλούσης. 'Αλλ" ει μεν σώμα εστίν η φυχΰ και μέγεθος έχει, ου pçàiov, μάλλον δε όλως αδύνατον, απαδη αύτην και ατρεπτον δεικνύναι εν οτφοΰν τών λεγομένων γίγνεσθαι περί αύτην ει δε εστίν ουσία άμεγε$*ης και δει και το αφΰαρτον αύτη παρειναι, εύλαβητεον αύτη παάη διδόναι τοιαύτα, μ/rç και λα&ωμεν αύτην φ$αρτην είναι δίδοντες. Kai δη είτε αριθμός είτε λόγος, ως φαμεν, η ουσία αύτης, πώς αν πά$ος εγγενοιτο εν άρ/3μφ η λόγω; 'Αλλα μάλλον λόγους άλογους και απαΒη πά$η δεί επιγίγνεσ$αι αύτη οΊεσ- $αι, και ταί/τα τα από τών σωμάτων (κατ* αναλογίαν} μετενηνεγμενα αντικειμλνως λητττεον εχαστα [και κατ* αναλογίαν μετενηνεγμενα], και εχουσαν ούκ εχειν και πάσχουσαν ού πάσχειν. Και όστις ο τρόπος τών τοιούτων, επισκεπτεον.
2. Πρώτον δε περί καχ/ας και αρετής λεκτεον, τί γίγνεται τότε, όταν κακία λεγηται παρειναι* και γαρ αφαιρεΐν δειν φαμεν ως τίνος οντος εν αύτη κάκου και εν$εΐναι αρετην και κοσμ/ησαι και κάλλος εμποιησαι αντί αίσχους του πρόσ^εν. ^Αρ* ουν λέγοντες αρετην ο^μονίαν είναι, αναρμοστίαν δε την κακίαν, λεγοιμεν αν δόξαν δοκουσαν τοις παλαιοίς και τι προς το ζητούμενον ού μικρόν ό λόγος ανύσειεν; Ει γαρ συναρμοσ^εντα μεν κατά φύσιν τα μέρη της φυχης προς άλληλα αρετή εστί, щ συναρμοσ^εντα δε κακ/α, επακτόν ούδεν αν ούδε ετερω^εν γίγνοιτο, αλλ* εκαστον ηκοι αν όιόν εστίν εις την α,ρμογην
ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΑΠΑΘΕΙΑΣ ΤΩΝ ΑΣΩΜΑ ΤΩΝ 335
και ουκ αν ηκοι εν ту αναρμοστιφ τοιούτον ον, οίον και χορευται χορεύοντες και συνςώοντες άλληλοις, ει και μ/η οι αυτοί είσι, και μόνος τις φδων των άλλων μ/η φδόντων, και εκάστου κα& εαυτόν φδοντος* ου γαρ μόνον δεί συνςώειν, αλλά και εκαστον καλώς το αυτού $δοντα οικειφ μουσικήώστε κακει επί της φυχης άρμονίαν είναι εκάστου μΑρους το αύτφ προσήκον ττοιοΰντος. Δεί δη προ της αρμονίας ταύτης αλλην εκάστου είναι άρετην, και κοΛίίαν δε εκάστου προ της προς άλληλα άναρμωστίας. Τίνος ουν παρόντος εκαστον μέρος κακόν, 'Ή κακίας. Και άγα&όν αυ; 'Ή αρετής. Τω μεν ουν λογιστικφ τάχ α>ν τις λέγων ανοιαν είναι την κακίαν και ανοιαν την κατά άπόφασιν ου παρουσίαν τίνος αν λίγοι. 'Αλλ' όταν και φευδείς δόξαι ενώσιν, ο δη μάλιστα την καΜαν ποιεί, πώς ουκ εγγίνεσ$αι ψήσει και άλλοΐον ταύτη τούτο το μόριον γίνεσ^αι; Το δε $νμοειδες ουκ άλλως μεν έχει δειλαΐνον, άνδρείον δε ον άλλως; Ύο δ* επιθυμούν άκόλαστον μεν ον ουκ άλλως, σωφρονοΰν δε άλλως; η πεπον$εν. Ή όταν μεν εν άρετη εκαστον η, ενεργεΐν κατά την ούσίαν $ εστίν εκαστον επαίον λόγου φησομεν και το μλν λογιζόμενον παρά του νου, τά У άλλα παρά τούτου. Ή то επαίειν λόγου ώσπερ όράν εστίν ου σχηματιζόμενον, άλλ' όρων και ενεργείς ον, οτε όρφ. "Ωσπερ γάρ η όφις και δυνάμει ούσα και ενεργείφ η αύτη τη ούσίφ, η δε ενέργεια εστίν ούκ άλλοίωσις, σλλ" αμα προσήλθε προς ο έχει [την ούσίαν] και εστίν είδϋια και εγνω άπααώς, και το λογιζόμενον ούτω προς τον νουν έχει και όρφ, και η δύναμις του νοείν τούτο, ού σφραγιδος ένδον γενομένης, άλΧ έχει ο εΐδε και αυ ούκ εχεί' έχει μεν τω γινώσκειν, ούκ έχει δε τω μη
336 Плотин. Эннеады. Трактат III. 6
άποκεΐσ^αί τι εκ του οράματος, ώσπερ εν χηρώ μορφην. Μεμνησ^αι δε δεί, οτι και τάς μνημας ουκ εναποκειμενων τίνων ελάγετο είναι, αλλά της ψυχής ούτω την δύναμιν εγειράσης, ώστε και ο μη έχει εχειν. Ύί ούν; Ουκ άλλη *ην πριν ούτω μνημονεύειν και ύστερον, οτε μνημονεύει9, *η βούλει αλλην; ουκουν άλλοιω^εισά γε, πλην ει μ/η τις το εκ δυνάμεως εις ενεργειαν ελ$εΐν αλλοίωσιν λ&γοι, αλλ' εστίν ούδεν προσγενόμενον, αλλ* ηπερ ην πεφυκυΐα τούτο ποιούσα. 'Ολως γαρ ai ενεργειαι των άύλων ου συναλλοιουμενων γίνονται' η φ^αρεϊεν αν αλλά πολύ μάλλον μενόντων, το δε πάσχειν το ενεργούν τούτο των με& ύλης. Ε/ δε αυλον ον πείσεται, ούκ έχει ω μένει ώσπερ επί της όψεως της οράσεως ενεργούσης το πάσχον ο όφ^αλψ,ός εστίν, αϊ δε δόξαι ώσπερ οράματα. Το δε Βνμοειδες πώς δειλόν; πώς δε και άνδρείον; Ή δειλον μεν τφ η μή οράν προς τον λόγον η προς φαΰλον οντά τον λόγον οράν η οργάνων ελλείψει, οίον άπορίφ η σα$ρότητι οπλών σωματικών, η ενεργεϊν κωλυόμενον η μ/rç κινη&εν οίον ερε$ισ$-εν άνδρείον δε, ει τά ivavria. Έν οΐς ουδεμία άλλοίωσις ούδε πά&ος. Το δε επιθυμούν ενεργούν μεν μόνον την λεγομλνην άκολασίαν παρεχεσ^αι* πάντα γάρ μόνον πράττει και ού πάρεστι τά άλλα, οίς αν η εν μλρει το κρατειν παροΰσι και δεικνύναι αύτω. Το δ* ορών ην αν άλλο, πραττον ού πάντα, αλλά που και σχολάζον τφ οράν ως οίον τε τά άλλα. Ύάχα δε το πολύ και σώματος καχεξία η τούτου λεγομένη κακία, άρετη δε τάναντία* ώστ ουδεμία ε<φ εκάτερα προσθήκη τη ψυχή.
3. Ύάς δ* οίκειώσεις και αλλοτριώσεις πώς; Και λΰπαι και όργαϊ και ηδοναϊ επιΒνμίαι τε και φόβοι πώς ού τρόποι
ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΑΠΑΘΕΙΑΣ ΤΩΝ ΑΣΩΜΑ ΤΩΝ 337
και πά^η ενόντα και κινούμενα; Αεί δη και περί τούτων ώδε διαλαβεΐν. Ότι γαρ έγγίγνονται αλλοιώσεις και σφοδρά] τούτων αισί&ησεις μ/η ού λέγειν εναντ/α άγοντος εστί τοις εναργεσιν. 'Αλλά χρη συγχωροΰντας ζητείν ο τι εστί το τρεπόμενον. Κινδυνεύομεν γαρ περί ψυχ?ην ταύτα άγοντες ομοιόν τι ύπολαμβανειν, ως ει την φυχην λεγομ^ν ερυ^ριαν η αυ εν ωχριάσει γίγνεσθαι, μή λογιζόμενοι, ως δια φυχην μέν ταί/τα τα πα£η, περί δέ την αλλην σύστασίν εστί γιγνόμενα. 'Αλλ' η μλν αισχύνη εν ψυχή δόξης αισχρού γενομένηςτο δε σώμα εκείνης τούτο οίον σχούσης, Ίνα μη τοις όνόμασι πλανώμε$α, ύπο τη ψυχή ον και ού ταύτόν άψύχω έτράπη κατά το αίμα, εύκίνητον ον. Τά τε του λεγομένου φόβου εν μεν τη ψυχή η άρχη, το δ" ώχρον αναχωρήσαντος του αίματος είσω. Καί της ηδονής δε το της διαχύσεως τούτο και εις αίσ&ησιν ηκον περί το σώμα, το δε περί την ψυχήν ούκετι πα£ος. Καί το της λύπης ωσαύτως. Έπεί και το της έπιΒνμίας επί μεν της ψυχής της αρχής ούσης του έπιΒνμεΐν λανθάνον εστίν, εκείθεν δε το προελ$όν η αίσ&ησις εγνω. Και γαρ όταν λεγωμεν κινεΐσ^αι αύτην εν έπιΒνμίαις, εν λογισμόϊς, εν δόξαις, ού σαλευομένην αύτην λζγομεν ταύτα ποιείν, αλλ* εξαύτης γίγνεσθαι τας κινήσεις. Έπεί και το ζην κίνησιν λέγοντες ούκ όίΚλοίου μεν, εκάστου δε μορίου η ενέργεια η κατά φύσιν ζωη ούκ έξιστασα. Κεφάλαιον δε ίκανόν ει τας ενεργείας και τας ζωας καί τας ορέξεις ούκ αλλοιώσεις συγχωροΰμεν καί μνημας ού τύπους έναποσφρα/γιζομένους ουδέ τας φαντασ/ας· ώς έν κηρώ τυπώσεις, συγχωρητέον πανταχού έν πασι τοις λεγομένοις πόάεσι καί κινησεσι την ψυχην ωσαύτως εχειν τω ύποκειμλνω καί τη ούσίφ
338 Плотин. Эннеады. Трактат III. 6
και την άρετην και την κακίαν μ/rç ώς το μελαν και το λευκόν περί σώμα. γίγνεσθαι ή το θερμών και το ψυχρόν, αλλ' ον εϊρηται τρόπον έπ% αμφω περί πάν& όλως τα ενάντια γίγνεσθαι.
4. Περί δε τον λεγομένου παθητικού της ψυχής επισκεπτεον. "Ηδη μεν ουν εϊρηται τρόπον τινά και περί τούτου εν οϊς περί των πα£ών απάντων ελεγετο των περί το Βνμοειδες και το επιθυμούν γινομένων όπως έκασταου μην αλλ" ετι λεκτεον περί αύτοΰ πρώτον λαβόντας, ο τι ποτέ το πα&ητικόν της ψυχής λίγεται είναι. Λέγεται δή πάντως περί ο τα πά$*η δοκείσυνίστασ^αΐ' ταί/τα δΧ εστίν οΊς έπεται ηδονή кал λύπη. Ύων δε πα$ών τα μεν επί δόξαις συνίσταται, ώς όταν δοξάσας τις μελλειν τελευταν Ίσχη φόβον, η οιήσεις αγαθόν αύτφ τι εσεσ^αι ήσ$ή, της μεν δόξης εν αλλφ, του δε πάγους κινηΒ-εντος εν αλλψ· τα δε εστίν ώς ηγησοψ^ενα αυτά άπροαιρετως εμποιεϊν εν τω πεφυκότι δοξάζβΐν την δόξαν. Ή μεν δη δόξα οτι ατρετττον εφ το δοξάζειν είρ^ψαν ο δ" εκ της δόξης φόβος ελ$ών άνωθεν αυ από της δόξης οΐον σύνεσίν τίνα παράσχων τφ λεγομΑνφ της ψυχής φοβεΐσ$αι. Τ/ ποτέ ποιεί τούτο
το φοβεΐσ^αι; Ύο^ραχην και εκπληξίν, φασιν, επί προσδοκώμενφ κακφ. "Οτι μλν ουν ή φαντασία εν ψυχή, ή τε πρώτη, ην δη καλοΰμεν δόξαν, ή τε από ταύτης ούκετι δόξα, άλλα περί το κάτω οψ,υδρά οίον δόξα και άνεπίκριτος φαντασία, οία τη λεγομένη φύσει ενυπάρχει ενέργεια κα№ α ποιεί έκαστα, ώς φασιν, άφαντάστως, δήλον αν τω γένοιτο. Ύό δΧ άπό τούτων ήδη αίσΒητή ή ταραχή περί το σώμα γινομένη ο τε τρόμος και ό σεισμός του σώματος кол το ώχρόν кал ή αδυναμία του λέγειν. Ου γάρ δή εν τω ψυχικω
ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΑΠΑΘΕΙΑΣ ΤΩΝ ΑΣΩΜΑΤΩΝ 339
μέρει ταιτα· η σωματικον φησομεν αυτό είναι, αυτό τε είπερ ην πα£όν ταίτα, ουδ* αν ετι εις το σώμα ταύτα άφίκετο του πέμποντος ούκετι ενεργούντος το πεμπειν δια το κατεχεσθαι τω πό&ει και εξίστασθαι εαυτού. 'Αλλ' εστί μεν τούτο το της φυχης μ&ρος το παθητικόν ου σώμα μεν, είδος δε τι. Έν υλη μ&ντοι και το επιθυμούν και το γε θρεπτικόν τε και αύξητικόν και γεννητικόν, ο εστί Ίζα και άρχη του επιθυμούντος και πο&ητικου είδους. Έ'ίδει δε ουδενι δεί παρεΐναι ταραχών η όλως πάθος, αλλ* εστη κεναι μεν αυτό, την δε υλην αυτού εν τφ πάθει γίγνεσθαι, όταν γίγνη^ται, εκείνου τη παρουσίφ κινοΰντος. Ου γαρ δη το φυτικόν, όταν φύη, φύεται, ούδ\ όταν αυξη, αυξεται, ούδ* όλως, όταν κινη, κινείται εκείνην την κίνησιν ην κινεί, άλλ' η ούδ* όλως, η άλλος τρόπος κινήσεως η ενεργείας. Αυτήν μεν ουν δειτην του είδους φύσιν ενεργειαν είναι και τη παρουσίφ ποιεΐν, οίον ει η αρμονία εξ αύτης τάς χορδάς εκίνει. "Εσται τοίνυν το παθητικόν πάθους μλν αίτιον η παρ* αυτού γενομένου του κινήματος εκ της φαντασίας της αισθητικής η και άνευ φαντα/τιας* επισκεπτεον δε τούτο, ει της δόξης άνωθεν άρξάσης· αυτό δε μενον εν αρμονίας είδει. Τα δε αίτια του κινησαι άνάλογον τω μουσικφ* τά δε πληγέντα διά πάίθος προς τάς χορδάς αν τον λόγον εχοι. Kai γαρ κάκεΐούχ η αρμονία πεπονθεν, αλλ" η χορδήου μνην εκινηθη αν η χορδή, ει και ό μουσικός εβούλετο, щ της αρμονίας τούτο λ&γούσης.
5. Τ/ ουν χρτι ζητείν άπαθη την φυχην εκ φιλοσοφίας ποιεΐν μτηδε την άρχην πάσχουσαν; 'Ή επειδή και το εις αυτήν επί του λεγομένου παθητικού οίον φάντασμα το εφεξής πάθημα ποιεί, την ταοαχην, και συνεζευκται τη
